Η 2η εκπομπή της νέας "σεζόν" (που αναρτώ παρακάτω) στον ιντερνετικό σταθμό του WeirdFishesRadio ήταν ένα μικρό αφιέρωμα στις μουσικές της Σενεγάλης, τα χρόνια που τα μουσικά πράγματα στην χώρα άλλαζαν με ταχείς ρυθμούς.
Σάββατο 12 Οκτωβρίου 2013
Σενεγάλη: από το Afrolatin στο Mbalax...
Η 2η εκπομπή της νέας "σεζόν" (που αναρτώ παρακάτω) στον ιντερνετικό σταθμό του WeirdFishesRadio ήταν ένα μικρό αφιέρωμα στις μουσικές της Σενεγάλης, τα χρόνια που τα μουσικά πράγματα στην χώρα άλλαζαν με ταχείς ρυθμούς.
Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2013
Rashid Vally, As-Shams Records & South African Jazz. Mια συνέντευξη απ' τα 1983
Ο Rashid Vally είναι ο άνθρωπος πίσω από την ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρεία As-Shams Rec. (South Africa), που την δεκαετία του '70 συνείσφερε τα μέγιστα στην ανάπτυξη & διάδοση της jazz σκηνής της πατρίδας του, "μπολιασμένης" πλέον με αρκετά αφρικανικά στοιχεία. Σε μια περίοδο έντονης πολιτικής καταπίεσης και πολιτιστικής ξηρασίας για τον μαύρο πληθυσμό, και με τους περισσότερους Jazz μουσικούς (Abdullah Ibrahim, Hugh Masekela, Chris McGregor and the Blue notes ...) να έχουν εγκαταλείψει την χώρα, το μικρό label του Rashid, μαζί & το δισκάδικο του (Kohinore Store), αλλά και το νεοσύστατο Club Pelican θα συμβάλλουν αποφασιστικά στην ανανέωση της μουσικής της Νοτίου Αφρικής.
Τα περισσότερα για το τι και πως μας τα λέει ο ίδιος στην συνέντευξη που ακολουθεί. Να πούμε μόνο πως άλμπουμ όπως τα προσφάτως επανεκδοθέντα African Songbird της Bea Benjamin, & Chapita του Dick Khoza, τα σπουδαία Deeper in Black του πιανίστα Lionel Pillay & Harari των Beaters, οι ηχογραφήσεις του πιανίστα Pops Ismail Mohammed (με τους Movement in the City, Black Disco κλπ), οι δουλειές του σαξοφωνίστα Basil Manenberg Coetzee , και τόσα άλλα ... (που δεν έχω ακούσει), είναι μόνο ένα μικρό δείγμα του πλούτου της As-Shams Records.
Όλη η δισκογραφία εδώ
◄●►◄●►◄●►◄ ● ►◄●►◄●►◄●►◄●►◄●►◄●►◄●►◄●►◄ ● ►◄●►
"Soweto Sun": Μια συνέντευξη με τον Rashid Vally απο τον Denis Constant Martin.
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό French Jazz Magazine, τεύχος 320 / Ιουλ. -Αύγ. 1983.
"Το Γιοχάνεσμπουργκ δεν είναι όπως θα το περίμενε κανείς. Aυτό που ονομάζουμε "μικρό apartheid" είναι καλά κρυμμένο, αλλά η γνήσια καταστολή είναι εκεί, ακόμα πιο απόλυτη. Υπάρχει ένας σαφής διαχωρισμός στην πόλη, αλλά είναι ολοφάνερο ότι δεν μπορείς να αποφύγεις και κάποιες ρεαλιστικές καταστάσεις. Για να πάει κανείς στο Kohinore Store, πρέπει απαραιτήτως να περάσει από το σούπερ μοντέρνο κέντρο της πόλης. Πίσω από το μουσείο όμως, υπάρχει ένας δρόμος κάτι σαν αόρατο σύνορο: Από τη μια πλήθος κόσμου ανάμεσα σε κτήρια με αποικιακή αρχιτεκτονική, από την άλλη Αφρικανοί διαβάτες και Ινδικά μαγαζιά. Το δισκάδικο του Rashid Vally είναι χωμένο ανάμεσα σε ένα από αυτά τα δρομάκια. Αυτός ο Ινδός σαραντάρης, παθιασμένος με τη jazz διαθέτει ένα ρεπερτόριο το οποίο θα έκανε οποιονδήποτε Ευρωπαίο ή Αμερικανό συνάδελφο να σκάσει από τη ζήλια του. Είναι επίσης και παραγωγός και είναι αυτός υπεύθυνος για το γεγονός ότι ξανάφερε τον Dollar Brand πίσω στο σπίτι του, στο Nοτιοαφρικανικό κοινό. Γενικότερα ο Rashid έχει συμβάλει κατά πολύ στη διάδοση της Νοτιοαφρικανικής μαύρης μουσικής μέσα στο ίδιο έδαφος του apartheid , δημιουργώντας μια πλατφόρμα που κάνει γνωστή και αγαπημένη τη μουσική στον κόσμο. Για λόγους τους οποίους κάποιος μπορεί εύκολα να κατανοήσει,αυτό το άρθρο θα καταπιαστεί μόνο με το θέμα της μουσικής. Αλλά αυτή η μουσική μιλάει και δεν ξεχνάει."Όλα ξεκίνησαν από το μαγαζί του πατέρα μου. Ήταν μανάβικο, αλλά είχε και ένα ράφι με δίσκους ινδικής μουσικής τους οποίους πουλούσε στο κοινό. Εκείνη την εποχή εγώ άκουγα Louis Jordan, Louis Armstrong, τέτοια πράγματα. ¨Εφερνα τους δίσκους στο μαγαζί και τους άκουγα για πάρτη μου, αλλά ο κόσμος που μπαινόβγαινε,γούσταρε και ήθελε να τους αγοράσει. Έτσι ξεκίνησα να πουλάω μερικούς και με τα χρήματα που έβγαζα, αγόραζα άλλους. Εκεί, γύρω στα 1956-57, μόλις τέλειωσα το σχολείο δηλαδή, ξεκίνησα τις μπίζνες με τους δίσκους. Με το ξεκίνημα των sixties, είχα αρχίσει και τις ηχογραφήσεις. Διάφορες νοτιοαφρικανικες χορευτικές μπάντες σαν τους El Ricas ή τους High Notes. Έπαιζαν αυτό που ονομάζεται langarmmusiek γνωστό χορευτικό είδος για τους Αφρικανούς, έπαιζαν πάνω σε "τετράγωνες πίστες - εννοειται πως μιλάμε για έγχρωμες μπάντες, αλλα΄δεν είχαν σχέση με τη jazz. Ανάμεσα στους μουσικούς, υπήρχε ένας μουσικός που έπαιζε σπουδαίο τενόρο σαξόφωνο ο Paw Paws. Εκείνη την εποχή η soul ήταν πολύ στα πάνω της εκεί, έτσι άρχισα να ηχογραφώ νοτιοαφρικάνικα soul γκρουπ, ενώ ασχολήθηκα με τη Jazz αργότερα, όταν άρχισα να γνωρίζω μουσικούς όπως οι Gideon Nxumallo, Lionel Pillay (και οι δυο πιανίστες) ή τον ντράμερ Erly Mabuza. Όλοι αυτοί μαζεύονταν τις Κυριακές και τζάμαραν και εκεί ήταν που άκουσα για πρώτη φορά και τον Dollar Brand, έπαιζε με ένα γκρουπ, τους Jazz Epistles. Εκτός από τον Dollar στο πιάνο, ήταν ο Hugh Masekela που έπαιζε τρομπέτα, ο Kippie Moeketsi άλτο σαξόφωνο, ο Jonas Gwanguςa τρομπόνι.
Έτσι, φτάσαμε στα 1971, όπου ξεκίνησα να ηχογραφώ jazz μπάντες και τότε ήταν που ζήτησα από τον Dollar Brand να κάνει μια ηχογράφηση για μένα και κάναμε το άλμπουμ Peace (Dollar Brand +2). Έκτοτε και παρά το γεγονός ότι ο Dollar μένει στη Νεα Υόρκη, παραμένουμε στενοί συνεργάτες. Το 1974, ενώ βρισκόταν για λίγο στην Νότιο Αφρική ηχογραφήσαμε το "Mannenberg" τεράστιο χιτ, μόνο εκεί πούλησε πάνω από 50000 αντίτυπα. Το αστείο της υπόθεσης, είναι ότι μετά από αυτή την επιτυχία, προσέγγισα διάφορες δισκογραφικές για να αναλάβουν τη διανομή του δίσκου. Τους ζητούσα μόνο εκατό Ραντ για προκαταβολή και μου έλεγαν όχι, ήταν πολλά για μια νοτιοαφρικανική μπάντα ,έτσι πίστευαν.... Έτσι ξεκίνησα μόνος μου τη διανομή του δίσκου και μόνο μέσα μια εβδομάδα, κατάφερα να πουλήσω τριακόσια ή τετρακόσια αντίτυπα. Οι εταιρείες ξαναγύρισαν τρέχοντας σε μένα, αλλά τότε δεν ζητούσα μόνο 100 Ραντ...Με την κυκλοφορία του Mannenberg o Dollar κατέρριψε πολλούς μύθους. Πρώτα απ' όλα, τα πάντα έγιναν πολύ γρήγορα. Έγραψε το αρχικό θέμα στο στούντιο και η όλη διαδικασία δεν κράτησε πάνω από σαρανταπεντέ λεπτά.Ο Brand δεν κατάλαβε πότε γιατί η ηχογράφηση ενός μουσικού κομματιού έπρεπε να κρατάει δυο μήνες. Μετά ήταν και το άλλο. Μέχρι να εμφανιστεί το Mannenberg, οι Νοτιοαφρικανοί μουσικοί όριζαν τους εαυτούς τους μέσα από αμερικανικές επιρροές. Ο Dollar ,παρά το γεγονός ότι ακούει πολύ αμερικανική μουσική, έχει κρατήσει σε έντονο βαθμό τις αφρικάνικες του ρίζες. Όταν έγινε η δημιουργική σύλληψη του Mannenberg,o Brand ανακάτεψε σοφά διάφορες τάσεις αφρικανικής μουσικής με στοιχεία νοτιοαφρικάνικης jazz, και όταν κυκλοφόρησε ο δίσκος, ήταν σαν μια ανάσα φρέσκου αέρα για πολλούς Νοτιοαφρικανούς ακροατές. Πολλοί έλεγαν: "Ε, να , αυτός είναι ο ήχος που ακούγαμε μικροί!¨ Εννοείται βέβαια πως και οι υπόλοιποι μουσικοί συνέβαλλαν στην επιτυχία του δίσκου σαν τον Basil Coetzee ο οποίος "κόλλησε" έκτοτε το παρατσούκλι "mannenberg", o Robie Jansen... ένας άλλος μουσικός, Morris Goldberg ο οποιος ήταν λευκός και έπαιζε το δεύτερο τενόρο στο δίσκο αλλά το όνομα του δεν αναγράφεται πουθενά, έτσι κι' αλλιώς το γκρουπ δούλεψε καλά..
Μετά το Mannenberg, ξεκίνησε μια μικρή μουσική επανάσταση, ξεφύτρωσαν μουσικοί όπως οι Tete Mbambisa, Pat Matshikiza, Kippie Moeketsi... Σήμερα, δυστυχώς οι περισσότεροι jazz μουσικοί, ή έχουν πεθάνει, ή βρίσκονται στο εξωτερικό. Στη Νότια Αφρική,γίνονται πολύ λίγα gigs, οι μουσικοί δεν έχουν μέρη για να παίξουν πια, πέρα από τα ελάχιστα λευκά κλαμπ τα οποία είναι διαθέσιμα μόνο τα σαββατοκύριακα.. Επειδή η disco είναι πολύ της μόδας τώρα, αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη jazz και να παίζουν disco γιατί αλλιώς δεν βρίσκουν δουλειά.. Παρόλα αυτά και ενώ ο κόσμος έρχεται στο κατάστημα μου για να αγοράσει disco, στο τέλος αγοράζει και jazz, γιατί εγώ μόνο αυτό παίζω εκεί. Ακούνε, ανακαλύπτουν αυτή την μουσική και στο τέλος τους αρέσει. Πέρα από όλα αυτά, εμείς εδώ πουλάμε τεράστιες ποσότητες από swing,ίσως περισσότερο από οπουδήποτε αλλού στον κόσμο, και λίγη free jazz, σε μικρό αριθμό ανθρώπων όμως. Επίσης η reggae πουλάει πολύ, γιατί ο κόσμος ταυτίζεται απόλυτα με το κοινωνικό μήνυμα που μεταφέρουν τα τραγούδια. Δυστυχώς, κάποια άλμπουμ του Peter Tosh έχουν απαγορευτεί εδώ, ενώ τραγουδίστριες σαν τη Myriam Makemba και Letta Mbulu έχουν μεγάλη επιτυχία.
Kαι εγώ έχω μεγάλες ελπίδες για τους Movement in the City ένα γκρουπ που έχει ηxoγραφήσει δυο δίσκους μαζί μου με αρχηγό τον πιανίστα Lionel Pillay." (Δεν ξέρω ποιος έχει κάνει το λάθος - ο Rashid ή ο αρθρογράφος, αλλά ηγέτης των Movement ήταν ο πιανίστας & πολυοργανίστας Pops Ismail Mohammed)
Αυτό το άρθρο γράφτηκε μετά από ένα ταξίδι του συγγραφέα στην Πρετόρια και το Γιοχάνεσμπουργκ το 1981. Ο Chris Mac Gregor ήταν αυτός που με συμβούλεψε να μιλήσω με τον Rashid Vally. Πήγα στο μαγαζί του, του ζήτησα μια συνέντευξη και αμέσως δέχτηκε, αλλά επέμενε πως έπρεπε να βγούμε από το μαγαζί, να πάμε στο van του και να μιλήσουμε εκεί, για να μην αντιμετωπίσουμε κάποιο πρόβλημα. Η συνέντευξη κυκλοφόρησε στα Γαλλικά και μεταφράστηκε στα αγγλικά από τον Rome, στενό φίλο του Rashid.
◄●►◄●►◄●►◄ ● ►◄●►◄●►◄●►◄●►◄●►◄●►◄●►◄●►◄ ● ►◄●►
Τα περισσότερα για το τι και πως μας τα λέει ο ίδιος στην συνέντευξη που ακολουθεί. Να πούμε μόνο πως άλμπουμ όπως τα προσφάτως επανεκδοθέντα African Songbird της Bea Benjamin, & Chapita του Dick Khoza, τα σπουδαία Deeper in Black του πιανίστα Lionel Pillay & Harari των Beaters, οι ηχογραφήσεις του πιανίστα Pops Ismail Mohammed (με τους Movement in the City, Black Disco κλπ), οι δουλειές του σαξοφωνίστα Basil Manenberg Coetzee , και τόσα άλλα ... (που δεν έχω ακούσει), είναι μόνο ένα μικρό δείγμα του πλούτου της As-Shams Records.
Όλη η δισκογραφία εδώ
◄●►◄●►◄●►◄ ● ►◄●►◄●►◄●►◄●►◄●►◄●►◄●►◄●►◄ ● ►◄●►
"Soweto Sun": Μια συνέντευξη με τον Rashid Vally απο τον Denis Constant Martin.
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό French Jazz Magazine, τεύχος 320 / Ιουλ. -Αύγ. 1983.
"Το Γιοχάνεσμπουργκ δεν είναι όπως θα το περίμενε κανείς. Aυτό που ονομάζουμε "μικρό apartheid" είναι καλά κρυμμένο, αλλά η γνήσια καταστολή είναι εκεί, ακόμα πιο απόλυτη. Υπάρχει ένας σαφής διαχωρισμός στην πόλη, αλλά είναι ολοφάνερο ότι δεν μπορείς να αποφύγεις και κάποιες ρεαλιστικές καταστάσεις. Για να πάει κανείς στο Kohinore Store, πρέπει απαραιτήτως να περάσει από το σούπερ μοντέρνο κέντρο της πόλης. Πίσω από το μουσείο όμως, υπάρχει ένας δρόμος κάτι σαν αόρατο σύνορο: Από τη μια πλήθος κόσμου ανάμεσα σε κτήρια με αποικιακή αρχιτεκτονική, από την άλλη Αφρικανοί διαβάτες και Ινδικά μαγαζιά. Το δισκάδικο του Rashid Vally είναι χωμένο ανάμεσα σε ένα από αυτά τα δρομάκια. Αυτός ο Ινδός σαραντάρης, παθιασμένος με τη jazz διαθέτει ένα ρεπερτόριο το οποίο θα έκανε οποιονδήποτε Ευρωπαίο ή Αμερικανό συνάδελφο να σκάσει από τη ζήλια του. Είναι επίσης και παραγωγός και είναι αυτός υπεύθυνος για το γεγονός ότι ξανάφερε τον Dollar Brand πίσω στο σπίτι του, στο Nοτιοαφρικανικό κοινό. Γενικότερα ο Rashid έχει συμβάλει κατά πολύ στη διάδοση της Νοτιοαφρικανικής μαύρης μουσικής μέσα στο ίδιο έδαφος του apartheid , δημιουργώντας μια πλατφόρμα που κάνει γνωστή και αγαπημένη τη μουσική στον κόσμο. Για λόγους τους οποίους κάποιος μπορεί εύκολα να κατανοήσει,αυτό το άρθρο θα καταπιαστεί μόνο με το θέμα της μουσικής. Αλλά αυτή η μουσική μιλάει και δεν ξεχνάει."Όλα ξεκίνησαν από το μαγαζί του πατέρα μου. Ήταν μανάβικο, αλλά είχε και ένα ράφι με δίσκους ινδικής μουσικής τους οποίους πουλούσε στο κοινό. Εκείνη την εποχή εγώ άκουγα Louis Jordan, Louis Armstrong, τέτοια πράγματα. ¨Εφερνα τους δίσκους στο μαγαζί και τους άκουγα για πάρτη μου, αλλά ο κόσμος που μπαινόβγαινε,γούσταρε και ήθελε να τους αγοράσει. Έτσι ξεκίνησα να πουλάω μερικούς και με τα χρήματα που έβγαζα, αγόραζα άλλους. Εκεί, γύρω στα 1956-57, μόλις τέλειωσα το σχολείο δηλαδή, ξεκίνησα τις μπίζνες με τους δίσκους. Με το ξεκίνημα των sixties, είχα αρχίσει και τις ηχογραφήσεις. Διάφορες νοτιοαφρικανικες χορευτικές μπάντες σαν τους El Ricas ή τους High Notes. Έπαιζαν αυτό που ονομάζεται langarmmusiek γνωστό χορευτικό είδος για τους Αφρικανούς, έπαιζαν πάνω σε "τετράγωνες πίστες - εννοειται πως μιλάμε για έγχρωμες μπάντες, αλλα΄δεν είχαν σχέση με τη jazz. Ανάμεσα στους μουσικούς, υπήρχε ένας μουσικός που έπαιζε σπουδαίο τενόρο σαξόφωνο ο Paw Paws. Εκείνη την εποχή η soul ήταν πολύ στα πάνω της εκεί, έτσι άρχισα να ηχογραφώ νοτιοαφρικάνικα soul γκρουπ, ενώ ασχολήθηκα με τη Jazz αργότερα, όταν άρχισα να γνωρίζω μουσικούς όπως οι Gideon Nxumallo, Lionel Pillay (και οι δυο πιανίστες) ή τον ντράμερ Erly Mabuza. Όλοι αυτοί μαζεύονταν τις Κυριακές και τζάμαραν και εκεί ήταν που άκουσα για πρώτη φορά και τον Dollar Brand, έπαιζε με ένα γκρουπ, τους Jazz Epistles. Εκτός από τον Dollar στο πιάνο, ήταν ο Hugh Masekela που έπαιζε τρομπέτα, ο Kippie Moeketsi άλτο σαξόφωνο, ο Jonas Gwanguςa τρομπόνι.
Έτσι, φτάσαμε στα 1971, όπου ξεκίνησα να ηχογραφώ jazz μπάντες και τότε ήταν που ζήτησα από τον Dollar Brand να κάνει μια ηχογράφηση για μένα και κάναμε το άλμπουμ Peace (Dollar Brand +2). Έκτοτε και παρά το γεγονός ότι ο Dollar μένει στη Νεα Υόρκη, παραμένουμε στενοί συνεργάτες. Το 1974, ενώ βρισκόταν για λίγο στην Νότιο Αφρική ηχογραφήσαμε το "Mannenberg" τεράστιο χιτ, μόνο εκεί πούλησε πάνω από 50000 αντίτυπα. Το αστείο της υπόθεσης, είναι ότι μετά από αυτή την επιτυχία, προσέγγισα διάφορες δισκογραφικές για να αναλάβουν τη διανομή του δίσκου. Τους ζητούσα μόνο εκατό Ραντ για προκαταβολή και μου έλεγαν όχι, ήταν πολλά για μια νοτιοαφρικανική μπάντα ,έτσι πίστευαν.... Έτσι ξεκίνησα μόνος μου τη διανομή του δίσκου και μόνο μέσα μια εβδομάδα, κατάφερα να πουλήσω τριακόσια ή τετρακόσια αντίτυπα. Οι εταιρείες ξαναγύρισαν τρέχοντας σε μένα, αλλά τότε δεν ζητούσα μόνο 100 Ραντ...Με την κυκλοφορία του Mannenberg o Dollar κατέρριψε πολλούς μύθους. Πρώτα απ' όλα, τα πάντα έγιναν πολύ γρήγορα. Έγραψε το αρχικό θέμα στο στούντιο και η όλη διαδικασία δεν κράτησε πάνω από σαρανταπεντέ λεπτά.Ο Brand δεν κατάλαβε πότε γιατί η ηχογράφηση ενός μουσικού κομματιού έπρεπε να κρατάει δυο μήνες. Μετά ήταν και το άλλο. Μέχρι να εμφανιστεί το Mannenberg, οι Νοτιοαφρικανοί μουσικοί όριζαν τους εαυτούς τους μέσα από αμερικανικές επιρροές. Ο Dollar ,παρά το γεγονός ότι ακούει πολύ αμερικανική μουσική, έχει κρατήσει σε έντονο βαθμό τις αφρικάνικες του ρίζες. Όταν έγινε η δημιουργική σύλληψη του Mannenberg,o Brand ανακάτεψε σοφά διάφορες τάσεις αφρικανικής μουσικής με στοιχεία νοτιοαφρικάνικης jazz, και όταν κυκλοφόρησε ο δίσκος, ήταν σαν μια ανάσα φρέσκου αέρα για πολλούς Νοτιοαφρικανούς ακροατές. Πολλοί έλεγαν: "Ε, να , αυτός είναι ο ήχος που ακούγαμε μικροί!¨ Εννοείται βέβαια πως και οι υπόλοιποι μουσικοί συνέβαλλαν στην επιτυχία του δίσκου σαν τον Basil Coetzee ο οποίος "κόλλησε" έκτοτε το παρατσούκλι "mannenberg", o Robie Jansen... ένας άλλος μουσικός, Morris Goldberg ο οποιος ήταν λευκός και έπαιζε το δεύτερο τενόρο στο δίσκο αλλά το όνομα του δεν αναγράφεται πουθενά, έτσι κι' αλλιώς το γκρουπ δούλεψε καλά..
Μετά το Mannenberg, ξεκίνησε μια μικρή μουσική επανάσταση, ξεφύτρωσαν μουσικοί όπως οι Tete Mbambisa, Pat Matshikiza, Kippie Moeketsi... Σήμερα, δυστυχώς οι περισσότεροι jazz μουσικοί, ή έχουν πεθάνει, ή βρίσκονται στο εξωτερικό. Στη Νότια Αφρική,γίνονται πολύ λίγα gigs, οι μουσικοί δεν έχουν μέρη για να παίξουν πια, πέρα από τα ελάχιστα λευκά κλαμπ τα οποία είναι διαθέσιμα μόνο τα σαββατοκύριακα.. Επειδή η disco είναι πολύ της μόδας τώρα, αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη jazz και να παίζουν disco γιατί αλλιώς δεν βρίσκουν δουλειά.. Παρόλα αυτά και ενώ ο κόσμος έρχεται στο κατάστημα μου για να αγοράσει disco, στο τέλος αγοράζει και jazz, γιατί εγώ μόνο αυτό παίζω εκεί. Ακούνε, ανακαλύπτουν αυτή την μουσική και στο τέλος τους αρέσει. Πέρα από όλα αυτά, εμείς εδώ πουλάμε τεράστιες ποσότητες από swing,ίσως περισσότερο από οπουδήποτε αλλού στον κόσμο, και λίγη free jazz, σε μικρό αριθμό ανθρώπων όμως. Επίσης η reggae πουλάει πολύ, γιατί ο κόσμος ταυτίζεται απόλυτα με το κοινωνικό μήνυμα που μεταφέρουν τα τραγούδια. Δυστυχώς, κάποια άλμπουμ του Peter Tosh έχουν απαγορευτεί εδώ, ενώ τραγουδίστριες σαν τη Myriam Makemba και Letta Mbulu έχουν μεγάλη επιτυχία.
Kαι εγώ έχω μεγάλες ελπίδες για τους Movement in the City ένα γκρουπ που έχει ηxoγραφήσει δυο δίσκους μαζί μου με αρχηγό τον πιανίστα Lionel Pillay." (Δεν ξέρω ποιος έχει κάνει το λάθος - ο Rashid ή ο αρθρογράφος, αλλά ηγέτης των Movement ήταν ο πιανίστας & πολυοργανίστας Pops Ismail Mohammed)
Αυτό το άρθρο γράφτηκε μετά από ένα ταξίδι του συγγραφέα στην Πρετόρια και το Γιοχάνεσμπουργκ το 1981. Ο Chris Mac Gregor ήταν αυτός που με συμβούλεψε να μιλήσω με τον Rashid Vally. Πήγα στο μαγαζί του, του ζήτησα μια συνέντευξη και αμέσως δέχτηκε, αλλά επέμενε πως έπρεπε να βγούμε από το μαγαζί, να πάμε στο van του και να μιλήσουμε εκεί, για να μην αντιμετωπίσουμε κάποιο πρόβλημα. Η συνέντευξη κυκλοφόρησε στα Γαλλικά και μεταφράστηκε στα αγγλικά από τον Rome, στενό φίλο του Rashid.
◄●►◄●►◄●►◄ ● ►◄●►◄●►◄●►◄●►◄●►◄●►◄●►◄●►◄ ● ►◄●►
Σάββατο 21 Σεπτεμβρίου 2013
Κάποτε στην Σενεγάλη, τον καιρό του proto-mbalax/ Sahel, Xalam, Diamono
Στο Dakar (πρ. της Σενεγάλης) των αρχών του '70 ο Κουβανέζικος ήχος, έτσι όπως είχε διαμορφωθεί στα 60ς από τον τραγουδιστή Laba Sosseh και τον Νιγηριανό σαξοφωνίστα Dexter Johnson, παρέμενε ο κυρίαρχος. Ήταν η εποχή που οι περισσότερες ορχήστρες ανήκαν ακόμα στα νυχτερινά κέντρα. Οι ιδιοκτήτες αγόραζαν τα όργανα και τον εξοπλισμό τους, αλλά και προσλάμβαναν ή απόλυαν τους μουσικούς κατά το δοκούν. Εκείνα τα χρόνια οι τελευταίοι δεν έχαιραν και τόσο καλής φήμης. Ποτό, ναρκωτικά & πορνεία, δηλ. ότι συναντoύσε κανείς στα περισσότερα απ' αυτά τα night clubs, είχαν γίνει συνώνυμα της ιδιότητας τους.
Η χώρα - στην οποία δεν υπήρξε κάποια πολιτιστική πολιτική, αντίστοιχη των γειτονικών Γουινέα & Μάλι - λικνιζόταν για αρκετό καιρό μετά την απελευθέρωση της στην τρέλα της salsa, μέχρις ότου μια νέα γενιά μουσικών, πολλοί από τους οποίους "ανδρώθηκαν" σε αυτό το περιβάλλον, έμελλε να τα αλλάξει όλα.
Παραδοσιακά κρουστά (sabar, tamas, djembés) σε AfroCuban ρυθμούς, Wolof φωνητικά παρέα με δυτικότροπα πλήκτρα & ηλ. κιθάρες, jazzy πνευστά πάνω σε παλιούς σκοπούς της ενδοχώρας. Μια νέα μουσική γεννιέται, εκεί γύρω στα μέσα των 70ς. Το M'balax.
Επηρεασμένο από το πνεύμα του Νegritude για "επιστροφή στις ρίζες" και την υποχώρηση της επίδρασης της αποικιοκρατίας, το Mbalax γεννήθηκε μέσα από την σύγκρουση δύο πολιτιστικών κόσμων. Της λαϊκής αστικής μουσικής παράδοσης του κοσμοπολίτικου Dakar, και της αναβίωσης του πολιτισμού της Αφρικής & της κληρονομιάς των Wolof (της μεγαλύτερης κοινότητας της χώρας).
Στην πραγματικότητα μιλάμε για τον εκσυγχρονισμό του είδους, μιας και με τον όρο Mbalax αναφερόμαστε γενικά στην συνοδευτική χρήση των Sabar (οικογένεια όρθιων τυμπάνων, που παίζονται με γυμνό χέρι & χρησιμοποιούντο ως "τηλέφωνο" για την αναγγελία κοινωνικών γεγονότων), σε συνδυασμό με τον ρυθμό (ρυθμικές φράσεις που προέρχονται από απομιμήσεις λέξεων) και ενός διακριτού στυλ χορού.
To 1975, σύμφωνα με τον Αδ. Καφετζή (Teranga Beat), 3 άλμπουμ θα αποτελέσουν τον προάγγελο της νέας εποχής. Πρόκειται για τά: Bamba των Sahel, Biita Baane των Le Diamono, & Daida των Xalam. Αν και έχουν προηγηθεί οι Orchestre du Bawobab, που πρώτοι αυτοί εισήγαγαν την γλώσσα των Wolof στο τραγούδι - με τον θρυλικό Laye M'Boup, είναι τα παραδοσιακά κρουστά, που θα αντικαταστήσουν τις timbales και τα congas, η "ιδρυτική πράξη" του είδους, θα μπορούσαμε να πούμε.
Οι Sahel, που σχηματίστηκαν κατά τα πρότυπα των "house bands" της εποχής & έπαιζαν στο ομώνυμο νυχτερινό κέντρο, προέκυψαν από την επιθυμία του εκατομμυριούχου Diouga Kebe να δημιουργήσει μιά Super Band στο Dakar, εφάμιλλη των μεγάλων ορχηστρών της Δυτ. Αφρικής. Με ένα "line up" 13 μουσικών, όλοι τους από τους κορυφαίους, θα είναι από τις πρώτες μπάντες που θα μπολιάσει την κουβανέζικη μουσική με στοιχεία της παράδοσης, φέρνοντας τα τύμπανα sabar & tama στον ήχο της salsa. Με ηγέτη τον πολυοργανίστα Cheikh Tidiane Tall (του οποίου το psych-organ σε κομμάτια σαν το Massane Cisse, ή το Khandiou είναι μοναδικό), τον σαξοφωνίστα Thierno Koite - μέλος αργότερα των Super Etoile de Dakar, και τους Idrissa Diop, René Cabral & Seydina Wade στα φωνητικά, θα δημιουργήσουν - μέσα στο σύντομο χρόνο ζωής τους (3 χρόνια)- ένα καινοτόμο ήχο και μερικά από τα πρώτα mbalax τραγούδια.
Το Bamba είναι το μοναδικό LP που κυκλοφόρησαν & αρκετά κομμάτια από εδώ ανθολογούνται στην έκδοση της Teranga Beat: Idrissa Diop & Cheikh Tidiane Tall.
Όσο και αν οι Sahel ήταν μια "house band", αυτή η ιστορία κάπου εδώ αρχίζει να φθίνει. Η έννοια της συναυλίας, που πρώτοι οι Xalam θα εισάγουν στα μουσικά ήθη της χώρας, και οι "ανεξάρτητες" ορχήστρες, διαμορφώνουν πλέον ένα νέο σκηνικό.
Οι Xalam, ή khalam - όνομα που δανείστηκαν από ένα τοπικό έγχορδο παρόμοιο του λαούτου, σχηματίστηκαν το 1969 από μια παρέα εφήβων που έπαιζε Afro-Cubain , Reggae & R&B. Θα χρειαστούν όμως 6 χρόνια, και μια περιοδεία με τους Hugh Masekela & Miriam Makeba σε όλη την ήπειρο, προκειμένου να διαμορφώσουν την δική τους μουσική πρόταση. Μετά από χρόνια έρευνας στα χωριά της ενδοχώρας θα αναστατώσουν τα μουσικά πράγματα της Σενεγάλης με το άλμπουμ τους Daida και ένα νέο είδος μουσικής, που κάλλιστα μπορεί να ονομαστεί: « mbalax-jazz-rock ».
Με όλα τα κρουστά σε πρώτο πλάνο, το LP - ηχογραφημένο στο club Sangomar (Thies) του Moussa Diallo - είναι ένα ανέλπιστο fusion τοπικών ρυθμών με Jazz, Rock, Salsa & R&B. (Δύο από τα κομμάτια ανθολογούνται στην σειρά African Pearls, ενώ το άλμπουμ έχει αναρτηθεί στο καλό blog Aduna). Στη συνέχεια οι Xalam θα "μεταναστεύσουν" στην Ευρώπη, θα μετονομαστούν σε Xalam 2, και θα παράγουν ένα κάπως διαφοροποιημένο μουσικό υβρίδιο - πάντα όμως αρκετά ενδιαφέρον.
Στο Daida συμμετέχουν οι: Henry Guillabert (πλήκτρα), Moussa Diongue / Ibrahima Coundoul (φωνή), Xalifa Cissé / Abdou Mboup (κρουστά), Prosper Niang (τύμπανα) Tonia Lô (σαξόφωνο), Serge Alvez (μπάσο), Diop Cheikh (τρομπέτα), Jean-Pierre Gandour (κιθάρα, φωνητικά), Georges Dieng / Sanoussi Sidibé (κιθάρες).
Αναζητώντας τους λόγους που οδήγησαν στην έκρηξη του mbalax, και χωρίς να γνωρίζω διεξοδικά το θέμα, θα σταθώ σε 2 ακόμα σημεία. Το ένα είναι η σημαντική επίδραση που είχε στην νέα γενιά η ανάπτυξη του Afro-manding ήχου στην γειτονική Γκάμπια. Και αναφέρομαι στους Ifang Bondi & τους Guelewar, που εκείνα τα χρόνια τάραζαν τα βαλτωμένα νερά της μουσικής της ευρύτερης περιοχής.
Το δεύτερο είναι η αστυφιλία. Ο Charlie Ndiaye, μπασίστας των Baobab, αναφέρει:
"Μερικές φορές νομίζω ότι η επιτυχία του mbalax πιθανόν σχετίζεται με το φαινόμενο της αστικοποίησης. Άνθρωποι εγκατέλειψαν το χωριό τους και ήρθαν στην πρωτεύουσα και αυτοί οι άνθρωποι δεν ήξεραν πώς να χορεύουν salsa ή ακόμα και R & B. Το Sabar γι 'αυτούς ήταν εύκολο να χορευτεί ..."
Σε κάθε περίπτωση όμως το ενδιαφέρον των μουσικών για την παράδοση, και ο πειραματισμός μ΄αυτήν υπήρξαν παράγοντες καθοριστικοί. Κάπως έτσι ξεκίνησαν το 1975 και οι Le Diamono (που σημαίνει Γενιά), από μέλη των Kadd Orchestra & Tropical Jazz, παίζοντας μια proto-mbalax / Afro-Cuban pop τραγουδισμένη στα Wolof. Το LP Biita Baane και το 45άρι NDiaye Kandiourane / Lam-Lamo θα κυκλοφορήσουν την ίδια χρονιά, πριν τα περισσότερα από τα μέλη του γκρουπ αποχωρήσουν. Ένας πυρήνας όμως, με ηγέτη τον χαρισματικό τραγουδιστή Omar Pene, θα παραμείνει στην ομάδα, που θα μετονομαστεί σε Super Diamono και θα εξελιχθεί σε μία από τις μεγαλύτερες μπάντες της Αφρικής. Μετά από μια διετή παραμονή στην αγροτική Σενεγάλη, καταγράφοντας ντόπιους μουσικούς, και παίζοντας πολλές φορές μαζί τους στις πλατείες των χωριών και τις αγορές των μικρών πόλεων, η μπάντα θα επιστρέψει το '77 στο Dakar, κομίζοντας μαζί της ένα νέο ύφος, που αργότερα θα ονομαστεί "Afro Feeling" ή "Mbalax / Blues".
Η ιστορία του γκρουπ, όπως και του Mbalax άλλωστε, είναι μεγάλη και σίγουρα δεν σταματάει εδώ. Προς το παρόν να πω μόνο πως οι Diamono, τραγουδώντας στα Wolof, έκαναν ένα βήμα παραπάνω.
Σε αντίθεση με την Griot παράδοση του τραγουδιού-επαίνου, μίλησαν για τα κοινωνικά προβλήματα, την νεολαία, την φτώχεια και την διαφθορά, ενώ δεν υπήρξαν ποτέ μιά μπάντα χορού κάποιου ξενοδοχείου ή club.
Στο Biita Baane συμμετέχουν οι: Dama Faye (g), Baila Theophile (b), Samba Dieng (kbd), Almamy Bary (ts, fl), Thierno Kouate (as), Mamadou Mbengue (batterie), Xalifa Fall (perc, vo), Baye Diagne (vo), Bassirou Diagne (vo), Papa Mboup (vo, tama), Oumar Pene (vo). Είναι και αυτό αναρτημένο στο aduna.blog.
Οι Ouza et ses Ouzettes, οι Orchestre Gorom, οι Royal Band και οι Dieuf Dieul από την Thiès, και φυσικά οι Étoile de Dakar, είναι μερικά μόνο από τα γκρουπ που το 2ο μισό των 70ς μπαίνουν στον χορό του mbalax. Αλλά για όλα αυτά θα ξαναπούμε...
Η χώρα - στην οποία δεν υπήρξε κάποια πολιτιστική πολιτική, αντίστοιχη των γειτονικών Γουινέα & Μάλι - λικνιζόταν για αρκετό καιρό μετά την απελευθέρωση της στην τρέλα της salsa, μέχρις ότου μια νέα γενιά μουσικών, πολλοί από τους οποίους "ανδρώθηκαν" σε αυτό το περιβάλλον, έμελλε να τα αλλάξει όλα.
Παραδοσιακά κρουστά (sabar, tamas, djembés) σε AfroCuban ρυθμούς, Wolof φωνητικά παρέα με δυτικότροπα πλήκτρα & ηλ. κιθάρες, jazzy πνευστά πάνω σε παλιούς σκοπούς της ενδοχώρας. Μια νέα μουσική γεννιέται, εκεί γύρω στα μέσα των 70ς. Το M'balax.
Επηρεασμένο από το πνεύμα του Νegritude για "επιστροφή στις ρίζες" και την υποχώρηση της επίδρασης της αποικιοκρατίας, το Mbalax γεννήθηκε μέσα από την σύγκρουση δύο πολιτιστικών κόσμων. Της λαϊκής αστικής μουσικής παράδοσης του κοσμοπολίτικου Dakar, και της αναβίωσης του πολιτισμού της Αφρικής & της κληρονομιάς των Wolof (της μεγαλύτερης κοινότητας της χώρας).
Στην πραγματικότητα μιλάμε για τον εκσυγχρονισμό του είδους, μιας και με τον όρο Mbalax αναφερόμαστε γενικά στην συνοδευτική χρήση των Sabar (οικογένεια όρθιων τυμπάνων, που παίζονται με γυμνό χέρι & χρησιμοποιούντο ως "τηλέφωνο" για την αναγγελία κοινωνικών γεγονότων), σε συνδυασμό με τον ρυθμό (ρυθμικές φράσεις που προέρχονται από απομιμήσεις λέξεων) και ενός διακριτού στυλ χορού.
To 1975, σύμφωνα με τον Αδ. Καφετζή (Teranga Beat), 3 άλμπουμ θα αποτελέσουν τον προάγγελο της νέας εποχής. Πρόκειται για τά: Bamba των Sahel, Biita Baane των Le Diamono, & Daida των Xalam. Αν και έχουν προηγηθεί οι Orchestre du Bawobab, που πρώτοι αυτοί εισήγαγαν την γλώσσα των Wolof στο τραγούδι - με τον θρυλικό Laye M'Boup, είναι τα παραδοσιακά κρουστά, που θα αντικαταστήσουν τις timbales και τα congas, η "ιδρυτική πράξη" του είδους, θα μπορούσαμε να πούμε.
Οι Sahel, που σχηματίστηκαν κατά τα πρότυπα των "house bands" της εποχής & έπαιζαν στο ομώνυμο νυχτερινό κέντρο, προέκυψαν από την επιθυμία του εκατομμυριούχου Diouga Kebe να δημιουργήσει μιά Super Band στο Dakar, εφάμιλλη των μεγάλων ορχηστρών της Δυτ. Αφρικής. Με ένα "line up" 13 μουσικών, όλοι τους από τους κορυφαίους, θα είναι από τις πρώτες μπάντες που θα μπολιάσει την κουβανέζικη μουσική με στοιχεία της παράδοσης, φέρνοντας τα τύμπανα sabar & tama στον ήχο της salsa. Με ηγέτη τον πολυοργανίστα Cheikh Tidiane Tall (του οποίου το psych-organ σε κομμάτια σαν το Massane Cisse, ή το Khandiou είναι μοναδικό), τον σαξοφωνίστα Thierno Koite - μέλος αργότερα των Super Etoile de Dakar, και τους Idrissa Diop, René Cabral & Seydina Wade στα φωνητικά, θα δημιουργήσουν - μέσα στο σύντομο χρόνο ζωής τους (3 χρόνια)- ένα καινοτόμο ήχο και μερικά από τα πρώτα mbalax τραγούδια.
Το Bamba είναι το μοναδικό LP που κυκλοφόρησαν & αρκετά κομμάτια από εδώ ανθολογούνται στην έκδοση της Teranga Beat: Idrissa Diop & Cheikh Tidiane Tall.
Όσο και αν οι Sahel ήταν μια "house band", αυτή η ιστορία κάπου εδώ αρχίζει να φθίνει. Η έννοια της συναυλίας, που πρώτοι οι Xalam θα εισάγουν στα μουσικά ήθη της χώρας, και οι "ανεξάρτητες" ορχήστρες, διαμορφώνουν πλέον ένα νέο σκηνικό.
Οι Xalam, ή khalam - όνομα που δανείστηκαν από ένα τοπικό έγχορδο παρόμοιο του λαούτου, σχηματίστηκαν το 1969 από μια παρέα εφήβων που έπαιζε Afro-Cubain , Reggae & R&B. Θα χρειαστούν όμως 6 χρόνια, και μια περιοδεία με τους Hugh Masekela & Miriam Makeba σε όλη την ήπειρο, προκειμένου να διαμορφώσουν την δική τους μουσική πρόταση. Μετά από χρόνια έρευνας στα χωριά της ενδοχώρας θα αναστατώσουν τα μουσικά πράγματα της Σενεγάλης με το άλμπουμ τους Daida και ένα νέο είδος μουσικής, που κάλλιστα μπορεί να ονομαστεί: « mbalax-jazz-rock ».
Με όλα τα κρουστά σε πρώτο πλάνο, το LP - ηχογραφημένο στο club Sangomar (Thies) του Moussa Diallo - είναι ένα ανέλπιστο fusion τοπικών ρυθμών με Jazz, Rock, Salsa & R&B. (Δύο από τα κομμάτια ανθολογούνται στην σειρά African Pearls, ενώ το άλμπουμ έχει αναρτηθεί στο καλό blog Aduna). Στη συνέχεια οι Xalam θα "μεταναστεύσουν" στην Ευρώπη, θα μετονομαστούν σε Xalam 2, και θα παράγουν ένα κάπως διαφοροποιημένο μουσικό υβρίδιο - πάντα όμως αρκετά ενδιαφέρον.
Στο Daida συμμετέχουν οι: Henry Guillabert (πλήκτρα), Moussa Diongue / Ibrahima Coundoul (φωνή), Xalifa Cissé / Abdou Mboup (κρουστά), Prosper Niang (τύμπανα) Tonia Lô (σαξόφωνο), Serge Alvez (μπάσο), Diop Cheikh (τρομπέτα), Jean-Pierre Gandour (κιθάρα, φωνητικά), Georges Dieng / Sanoussi Sidibé (κιθάρες).
Αναζητώντας τους λόγους που οδήγησαν στην έκρηξη του mbalax, και χωρίς να γνωρίζω διεξοδικά το θέμα, θα σταθώ σε 2 ακόμα σημεία. Το ένα είναι η σημαντική επίδραση που είχε στην νέα γενιά η ανάπτυξη του Afro-manding ήχου στην γειτονική Γκάμπια. Και αναφέρομαι στους Ifang Bondi & τους Guelewar, που εκείνα τα χρόνια τάραζαν τα βαλτωμένα νερά της μουσικής της ευρύτερης περιοχής.
Το δεύτερο είναι η αστυφιλία. Ο Charlie Ndiaye, μπασίστας των Baobab, αναφέρει:
"Μερικές φορές νομίζω ότι η επιτυχία του mbalax πιθανόν σχετίζεται με το φαινόμενο της αστικοποίησης. Άνθρωποι εγκατέλειψαν το χωριό τους και ήρθαν στην πρωτεύουσα και αυτοί οι άνθρωποι δεν ήξεραν πώς να χορεύουν salsa ή ακόμα και R & B. Το Sabar γι 'αυτούς ήταν εύκολο να χορευτεί ..."
Σε κάθε περίπτωση όμως το ενδιαφέρον των μουσικών για την παράδοση, και ο πειραματισμός μ΄αυτήν υπήρξαν παράγοντες καθοριστικοί. Κάπως έτσι ξεκίνησαν το 1975 και οι Le Diamono (που σημαίνει Γενιά), από μέλη των Kadd Orchestra & Tropical Jazz, παίζοντας μια proto-mbalax / Afro-Cuban pop τραγουδισμένη στα Wolof. Το LP Biita Baane και το 45άρι NDiaye Kandiourane / Lam-Lamo θα κυκλοφορήσουν την ίδια χρονιά, πριν τα περισσότερα από τα μέλη του γκρουπ αποχωρήσουν. Ένας πυρήνας όμως, με ηγέτη τον χαρισματικό τραγουδιστή Omar Pene, θα παραμείνει στην ομάδα, που θα μετονομαστεί σε Super Diamono και θα εξελιχθεί σε μία από τις μεγαλύτερες μπάντες της Αφρικής. Μετά από μια διετή παραμονή στην αγροτική Σενεγάλη, καταγράφοντας ντόπιους μουσικούς, και παίζοντας πολλές φορές μαζί τους στις πλατείες των χωριών και τις αγορές των μικρών πόλεων, η μπάντα θα επιστρέψει το '77 στο Dakar, κομίζοντας μαζί της ένα νέο ύφος, που αργότερα θα ονομαστεί "Afro Feeling" ή "Mbalax / Blues".
Η ιστορία του γκρουπ, όπως και του Mbalax άλλωστε, είναι μεγάλη και σίγουρα δεν σταματάει εδώ. Προς το παρόν να πω μόνο πως οι Diamono, τραγουδώντας στα Wolof, έκαναν ένα βήμα παραπάνω.
Σε αντίθεση με την Griot παράδοση του τραγουδιού-επαίνου, μίλησαν για τα κοινωνικά προβλήματα, την νεολαία, την φτώχεια και την διαφθορά, ενώ δεν υπήρξαν ποτέ μιά μπάντα χορού κάποιου ξενοδοχείου ή club.
Στο Biita Baane συμμετέχουν οι: Dama Faye (g), Baila Theophile (b), Samba Dieng (kbd), Almamy Bary (ts, fl), Thierno Kouate (as), Mamadou Mbengue (batterie), Xalifa Fall (perc, vo), Baye Diagne (vo), Bassirou Diagne (vo), Papa Mboup (vo, tama), Oumar Pene (vo). Είναι και αυτό αναρτημένο στο aduna.blog.
Οι Ouza et ses Ouzettes, οι Orchestre Gorom, οι Royal Band και οι Dieuf Dieul από την Thiès, και φυσικά οι Étoile de Dakar, είναι μερικά μόνο από τα γκρουπ που το 2ο μισό των 70ς μπαίνουν στον χορό του mbalax. Αλλά για όλα αυτά θα ξαναπούμε...
Τετάρτη 15 Μαΐου 2013
Radio Mali
Ένα ταξίδι στο Mali του σήμερα, μέσα από μουσικές που μας έγιναν λίγο-πολύ γνωστές τα τελευταία χρόνια. Καλή ακρόαση και τα ξαναλέμε!
Κυριακή 10 Φεβρουαρίου 2013
Emile Yoan and the Ancestors - Poem
Τίποτα περισσότερο δεν μου είναι γνωστό, πέραν των όσων αναγράφονται στο οπισθόφυλλο του δίσκου της φωτογραφίας, για τον - καταγόμενο από την Ακτή Ελεφαντόδοντος - Emile Yoan.
Οργανοπαίχτης της Kalimba, θα κυκλοφορήσει το 1981 το "The Man and his Music" (απ' όπου και το κομμάτι που παραθέτω) για την "Clarence music recs", συνεπικουρούμενος από σπουδαίους μουσικούς της Jazz, όπως ο κιθαρίστας Marc Ribot και ο σαξοφωνίστας Roy Nathanson. Ένα μάλλον σπάνιο άλμπουμ που κινείται στα όρια της "Spiritual Afro-Jazz" και στο οποίο ο Yoan παίζει επίσης πιάνο, conga και τραγουδάει. Αφιερωμένο στους προγόνους του, απ' όπου και το όνομα της μπάντας ...
Αντιγράφω:
"From the "French Riveria of West Africa", drawing upon the sights and sounds of Paris, to the hustle and bustle of the streets of New York City, EMILE YOAN has created a sound that transcends cultures.
As a young child in the village of Man (Abidjan, Ivory Coast) West Africa, fascinated by the "Womens Circle" of dancers and especially the agility of his mother's movements, YOAN mastered the art of Kalimba playing.
Through his haunting soul touching, YOAN has drawn together some of New York's finest musicians to create the musical communication of the Ancestors."
Emile Yoan and the Ancestors - Poem
Οργανοπαίχτης της Kalimba, θα κυκλοφορήσει το 1981 το "The Man and his Music" (απ' όπου και το κομμάτι που παραθέτω) για την "Clarence music recs", συνεπικουρούμενος από σπουδαίους μουσικούς της Jazz, όπως ο κιθαρίστας Marc Ribot και ο σαξοφωνίστας Roy Nathanson. Ένα μάλλον σπάνιο άλμπουμ που κινείται στα όρια της "Spiritual Afro-Jazz" και στο οποίο ο Yoan παίζει επίσης πιάνο, conga και τραγουδάει. Αφιερωμένο στους προγόνους του, απ' όπου και το όνομα της μπάντας ...
Αντιγράφω:
"From the "French Riveria of West Africa", drawing upon the sights and sounds of Paris, to the hustle and bustle of the streets of New York City, EMILE YOAN has created a sound that transcends cultures.
As a young child in the village of Man (Abidjan, Ivory Coast) West Africa, fascinated by the "Womens Circle" of dancers and especially the agility of his mother's movements, YOAN mastered the art of Kalimba playing.
Through his haunting soul touching, YOAN has drawn together some of New York's finest musicians to create the musical communication of the Ancestors."
Emile Yoan and the Ancestors - Poem
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)